Από τον Μιχάλη Κυριακίδη
Η
|
στεφανιαία νόσος, τα ισχαιμικά
εγκεφαλικά επεισόδια και τα νοσήματα των περιφερικών αρτηριών (στενώσεις στις
καρωτίδες, στενώσεις και ανευρύσματα στην κοιλιακή αορτή και στενώσεις στις αρτηρίες
των ποδιών) αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως. Στη χώρα μας το 48%
των θανάτων (περίπου 47.200 θάνατοι σε ετήσια βάση, στοιχεία του 2008 –
Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας) οφείλονται σε νοσήματα του καρδιαγγειακού
συστήματος.
Η
εκπληκτική πρόοδος στην πρόληψη και τη θεραπεία των καρδιαγγειακών παθήσεων που
έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στις υγειονομικά αναπτυγμένες χώρες κατάφερε
να μειώσει τους θανάτους κατά το ήμισυ. Το απίστευτο αυτό αποτέλεσμα οφείλεται
αφενός στην πρόληψη με την καταπολέμηση των παραγόντων κινδύνου που ευοδώνουν
την ανάπτυξη τους, για την οποία γίνεται παγκόσμια εκστρατεία (διακοπή του καπνίσματος, μείωση της
χοληστερόλης και της κακής χοληστερόλης - LDL-c, ρύθμιση του
σακχαρώδη διαβήτη, αντιμετώπιση της αρτηριακής υπέρτασης), και αφετέρου στην
επιθετική θεραπεία των παθήσεων. Η μείωση της νοσηρότητας και θνητότητας των
καρδιαγγειακών νοσημάτων βαίνει παράλληλα με την αύξηση της συνταγογράφησης των
στατινών για τη μείωση της χοληστερόλης. Έχει υπολογισθεί ότι για κάθε μείωση
της LDL χοληστερόλης
κατά 1%, ο κίνδυνος μειώνεται κατά 1%.
Στο
Ηνωμένο Βασίλειο, τα στοιχεία από το Εθνικό Σύστημα Υγείας, καταγράφουν μείωση
της θνητότητας από τα καρδιαγγειακά νοσήματα κατά 86%, με το 34% της μείωσης
αυτής να αποδίδεται στην καταπολέμηση των παραγόντων κινδύνου και το υπόλοιπο
52% στην φαρμακευτική θεραπεία και κυρίως στη χορήγηση στατινών για τη μείωση της
χοληστερόλης.
Παρά
το γεγονός ότι τα περισσότερα καρδιαγγειακά νοσήματα εμφανίζονται μετά την ηλικία των 50 ετών, οι διεργασίες για τη
δημιουργία τους αρχίζουν πολλά χρόνια νωρίτερα, συχνά μάλιστα και από την πρώτη
δεκαετία της ζωής. Η επιδημία της παχυσαρκίας στα παιδιά οδηγεί στην αύξηση της
συχνότητας του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (διαβήτης των ενηλίκων) σε νεότερες
ηλικίες και επιταχύνει τις διαδικασίες ανάπτυξης αθηροσκλήρωσης, η οποία οδηγεί
τελικά σε καρδιαγγειακές επιπλοκές στα επόμενα 10 χρόνια.
Η
σπουδαιότητα των παραγόντων κινδύνου στη δημιουργία καρδιαγγειακών επιπλοκών είναι
αδιαμφισβήτητα παρούσα σε όλες τις κλινικές μελέτες. Σε μία μετα-ανάλυση πολλών
κλινικών μελετών με περισσότερα από ένα τέταρτο του εκατομμυρίου άτομα, άνδρες
και γυναίκες, αποτυπώνεται η ισχυρή σχέση των παραγόντων κινδύνου με τη
νοσηρότητα και θνητότητα των καρδιαγγειακών επιπλοκών και η αναγκαιότητα της
θεραπευτικής παρέμβασης, αρκετά νωρίς, πριν την ανάπτυξη των επιπλοκών.
Ίσως
το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της σημασίας της πρόληψης είναι η αντιμετώπιση
της οικογενούς υπερλιπιδαιμίας (οικογενής υπερλιπιδαιμία = κληρονομούμενη
πάθηση στην οποία τα παιδιά εμφανίζουν πολύ αυξημένες τιμές χοληστερόλης στο
αίμα τους), στην οποία πολύ πρώιμα (από την πρώτη δεκαετία της ζωής)
αναπτύσσονται αθηρωματικές βλάβες στα αγγεία και καρδιαγγειακές επιπλοκές. Σ’
αυτά τα νέα άτομα η χορήγηση στατινών, από την παιδική κιόλας ηλικία, μειώνει
τον κίνδυνο των επιπλοκών και του θανάτου και είναι παγκοσμίως αποδεκτή. Η
οφέλεια των στατινών στα παιδιά αυτά είναι εμφανής μελετώντας τις καρωτίδες
τους, στις οποίες, χωρίς τη χορήγηση στατινών, αναπτύσσονται γρήγορα αθηρωματικές
βλάβες ακόμη και πριν την εφηβεία τους.
Εκτιμήσεις
από την Αμερική και την Ευρώπη αναφέρουν ότι οι μισοί από τους ενήλικες με
χαμηλό κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου στα προσεχή 10 χρόνια (μικρότερο του 10%),
κυρίως νεαρά άτομα και γυναίκες, αγνοούν τον πιθανό κίνδυνο σε σχέση με το
προσδόκιμο της ζωής τους και μεσοπρόθεσμα διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο, μεγαλύτερο
του 39% . Σ’ αυτόν τον πληθυσμό, μετά από διαχωρισμό εκείνων με υψηλό κίνδυνο,
με τα σημερινά κριτήρια θεραπείας, προτείνεται η χορήγηση στατινών. Η έγκαιρη
χορήγηση στατινών στα άτομα με μεγάλο μεσοπρόθεσμο κίνδυνο συνάδει με τις
γνώσεις μας, τις σχετικές με τους παθοφυσιολογικούς μηχανισμούς της έναρξης και
της ανάπτυξης της αθηροσκλήρωσης. Η χορήγηση των στατινών αναστέλλει ή και
υποστρέφει την ανάπτυξη της αθηροσκλήρωσης. Επιπλέον, εκτιμάται ότι η πρώιμη χορήγηση
των στατινών στα άτομα με αυξημένο μεσοπρόθεσμα
κίνδυνο, αποτιμάται με μικρότερο οικονομικό κόστος για την κοινότητα.
Τα
άτομα που χρειάζονται θεραπεία με στατίνες, σύμφωνα με τις οδηγίες των
Αμερικάνικων και Ευρωπαϊκών Καρδιολογικών Εταιριών, κατατάσσονται στις
ακόλουθες τέσσερις μεγάλες κατηγορίες:
1.
Ασθενείς με ήδη εγκατεστημένη καρδιαγγειακή νόσο
2.
Άτομα με σακχαρώδη διαβήτη
3.
Νεαρά άτομα με συγγενή υπερχοληστερολαιμία
4.
Ομάδες ατόμων που δε συμπεριλαμβάνονται στις 3 παραπάνω
κατηγορίες και που έχουν παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη καρδιαγγειακών
νοσημάτων, όπως είναι η ηλικία, το φύλο, το κάπνισμα, η συστολική αρτηριακή
πίεση, η υψηλή ολική χοληστερόλη και η αυξημένη LDL-c, άτομα που
θεωρητικά μπορεί να εμφανίσουν καρδιαγγειακά προβλήματα στην προσεχή δεκαετία ή
στη διάρκεια του προβλεπόμενου προσδόκιμου της επιβίωσής τους
Οι
στατίνες θα πρέπει να χορηγούνται σε μεγάλες (αποτελεσματικές) δόσεις για να
είναι αποτελεσματικές. Στόχος της θεραπείας στα άτομα με μεγάλο κίνδυνο
ορίζεται η μείωση της LDL-c τουλάχιστον κατά 50% της αρχικής τιμής της. Οι
στατίνες είναι φάρμακα ασφαλή και όπως έχει αποδειχθεί, από μεγάλες κλινικές
μελέτες, δεν προκαλούν βλάβες σε άλλα όργανα, ούτε αυξάνουν τον κίνδυνο
καρκίνου. Μπορούν ίσως να προκαλέσουν μικρή αύξηση της πιθανότητας ανάπτυξης
σακχαρώδους διαβήτη, αλλά το όφελος από τη χορήγηση τους είναι πολλαπλάσιο από
τον κίνδυνο της εμφάνισης του διαβήτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου